Η λέξη διαλεκτική προέρχεται από την ελληνική λέξη διαλέγομαι, που σημαίνει διεξάγω συζήτηση. Στην αρχαιότητα με τη διαλεκτική εννοούσαν την τέχνη να φτάνει κανείς στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντιθέτων απόψεων, όπως στο σύνολο σχεδόν των Πλατωνικών έργων. Ο όρος επικράτησε διεθνώς ως Dialectic. Στην Αγγλία παλαιότερα ο όρος αυτός ήταν συνώνυμος της Λογικής όπως και εφαρμοζόταν στην τυπική συλλογιστική των εκάστοτε ρητόρων. (Βικιπαίδεια)